Οι Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδης Νόσοι του Εντέρου (ΙΦΝΕ), δηλαδή η Eλκώδης Kολίτιδα και η νόσος του Crohn είναι νοσήματα που προκαλούν μια χρόνια και ειδική φλεγμονή, μόνο στο παχύ έντερο η πρώτη και σε ολόκληρο το πεπτικό σύστημα η δεύτερη.
Επιδημιολογία
Η επίπτωση των ΙΦΝΕ, δηλαδή ο αριθμός ατόμων που θα εμφανίσουν την νόσο σε διάστημα ενός έτους και ο επιπολασμός, ο συνολικός δηλαδή αριθμός των ατόμων που νοσούν σε δεδομένη στιγμή, στις βιομηχανοποιημένες χώρες της Δύσης είναι για μεν την ελκώδη κολίτιδα 2-6 περιπτώσεις 4 ανά 100.000 πληθυσμού και 60-100 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού αντίστοιχα, ενώ για τη νόσο του Crohn 5 ανά 100.000 και 50 ανά 100.000 πληθυσμού, αντίστοιχα.
Αίτια
Τα ακριβή αίτια των δύο αυτών νόσων είναι άγνωστα.Είναι πιθανόν η χρόνια φλεγμονή να συνδέεται με μια πολύπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ γενετικής προδιαθέσης και παραγόντων του περιβάλλοντος. Πρόσφατα, βρέθηκαν αρκετές θέσεις στο ανθρώπινο γονιδίωμα (χρωμοσώματα) που προδιαθέτουν στην εμφάνιση των νόσων αυτών, αλλά που από μόνα τους δεν είναι δυνατόν να τις προκαλέσουν. Γι’ αυτό χρειάζεται και η επίδραση διαφόρων παραγόντων όπως ιοί ή βακτήρια, το κάπνισμα, η λήψη αντιρευματικών φαρμάκων, η προσθήκη συντηρητικών στις τροφές, η αλλαγή στις διαιτητικές συνήθειες, ενδεχόμενα το stress, καθώς και η μειονεκτική ή και λανθασμένη, για άγνωστους λόγους, αντίδραση του αμυντικού (ανοσολογικού) συστήματος του οργανισμού. Ο ρόλος των ψυχολογικών παραγόντων είναι αμφίβολος, αλλά πιθανότατα είναι ένας παράγοντας που συντελεί σε υποτροπή ήδη υφιστάμενης νόσου.
Παρότι δεν υπάρχει κληρονομηκότητα, πρώτου βαθμού συγγενείς ασθενών με ΙΦΝΕ έχουν τριπλάσια έως εικοσαπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν και αυτοί τη νόσο συγκριτικά με συγγενείς ατόμων χωρίς ιστορικό.
Συμπτώματα
Μολονότι τα περισσότερα συμπτώματα είναι κοινά και για τις δύο νόσους, υπάρχουν βασικές διαφορές στη βαρύτητα και την ποικιλία της εμφάνισης τους,πράγμα που οφείλεται στη διαφορετική έκταση και την τοπογραφία της προσβολής του πεπτικού συστήματος.
Η ελκώδης κολίτιδα προσβάλλει τον βλεννογόνο (εσωτερική επικάλυψη) του παχέος εντέρου σε διάφορες περιοχές και έκταση. Στά μισά παιδιά εντοπίζεται στην ορθοσιγμοειδική περιοχή (χαμηλότερο τμήμα του παχέος εντέρου), στο 30% εκτείνεται μέχρι την αριστερή κολική καμπή και στο υπόλοιπο 20% καταλαμβάνει και το εγκάρσιο ή και ολόκληρο το παχύ έντερο (μέχρι και το τυφλό). Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η νόσος παραμένει εντοπισμένη στην έκταση της αρχικής προσβολής, όμως σε αρκετούς ασθενείς, με την πάροδο του χρόνου, μπορεί να επεκταθεί κεντρικότερα (εγκάρσιο, τυφλό).
Η πορεία της νόσου χαρακτηρίζεται από εξάρσεις που εναλλάσσονται με περιόδους υφέσεων.
Μια άλλη μορφή της νόσου που ονομάζεται κεραυνοβόλα, χαρακτηρίζεται από βαριά κλινική εικόνα με ψηλό πυρετό και κακή γενική κατάσταση. Οι άρρωστοι αυτοί μπορούν να καταλήξουν σε τοξικό μεγάκολο (βαριά επιπλοκή της νόσου), το οποίο χαρακτηρίζεται από διάταση τμήματος ή ολόκληρου του παχέος εντέρου, λόγω επεκτάσης της φλεγμονής σε όλο το πάχος του τοιχώματος του εντέρου και έχουν άμεση ανάγκη εισαγωγής σε νοσοκομείο καθότι απειλείται και η ζωή τους ακόμη.
Η νόσος Crohn, σε αντίθεση με την ελκώδη κολίτιδα που εντοπίζεται μόνο στο παχύ έντερο, μπορεί να προσβάλλει ολόκληρο τον πεπτικό σωλήνα από το στόμα μέχρι και τον πρωκτό.
Οι τρεις κύριες ανατομικές θέσεις εντοπίσεως της νόσου αφορούν το λεπτό έντερο (30%), το λεπτό και το παχύ έντερο συγχρόνως (30-40%) και τέλος, το παχύ έντερο μόνο (20-30%). Ένα άλλο σημαντικό γνώρισμα της νόσου Crohn είναι το βάθος διηθήσης της φλεγμονώδους διεργασίας στο εντερικό τοίχωμα. Η νόσος του Crohn, σε αντίθεση με την ελκώδη κολίτιδα που προσβάλλει μόνο τον βλεννογόνο, εκτείνεται σε όλες τις στιβάδες του εντερικού τοιχώματος. Η ποικιλία των κλινικών εκδηλώσεων της νόσου είναι πολύ μεγάλη.
Και στις δύο νόσους εμφανίζονται γενικά συμπτώματα όπως κόπωση, καταβολή, ανορεξία και μερικές φορές πυρετός. Τα συμπτώματα από το έντερο περιλαμβάνουν βλεννοαιματηρές (συνήθως διαρροϊκές) κενώσεις, που μπορούν να συνοδεύονται από τεινεσμό (επίμονη και επαναλαμβανόμενη τάση για αφόδευση) και κολικοειδή (δηλαδή με επαναλαμβανόμενες εξάρσεις και υφέσεις) κοιλιακό πόνο.
Μερικ΄παιδιά εμφανίζουν ναυτία ή κάνουν εμετό. Πολλοί ασθενείς εμφανίζουν συμπτώματα από άλλα όργανα του σώματος, όπως άφθες (μικρές λευκωπές πληγές) του στόματος, αρθρίτιδα (διόγκωση και πόνος στις αρθρώσεις), ερύθημα και γαγγραινώδες πυόδερμα (βαριά νεκρωτική προσβολή του δέρματος), ιριδοκυκλίτιδα (φλεγμονή των ματιών), ηπατοπάθεια (προσβολή του ήπατος), οστεοπόρωση (προσβολή των οστών) και κυψελιδίτιδα ή ίνωση (προσβολή των πνευμόνων). Υπάρχουν και συμπτώματα που οφείλονται στις επιπλοκές των δύο νόσων. Η χαμηλή απορροφητικότητα βιταμινών και ιχνοστοιχείων οδηγεί σε δυσχέρεια της νυχτερινής όρασης, κώφωση, αγευσία, ευαισθησία στις λοιμώξεις, τριχόπτωση, στειρότητα (στα αγόρια), μείωση ανάπτυξης, αναιμία (απώλεια σιδήρου ή δυσαπορρόφηση βιταμίνης Β12 ή και φυλλικού οξέως), δερματοπάθειες, χολολιθίαση (δυσαπορρόφηση χολικών αλάτων) και νεφρολιθίαση (δυσαπορρόφηση οξαλικού οξέος).
Η ελκώδης κολίτιδα, η οποία προσβάλλει μόνο το παχύ έντερο, στην οξεία φάση χαρακτηρίζεται από τοπικές βλεννοαιματηρές διάρροιες των οποίων η βαρύτητα εξαρτάται από τη σοβαρότητα της νόσου αλλά και από την έκτασή της. Εάν ολόκληρο το παχύ έντερο είναι προσβεβλημένο, η διάρροια μπορεί να είναι πολύ σοβαρή. Εάν πάσχουν μόνο τα τελικά τμήματα (σιγμοειδές και το ορθό), τα κόπρανα μπορεί να είναι πιο σχηματισμένα και να έχουν πρόσμειξη αίματος ή βλέννης.
Σε περιπτώσεις όπου μικρό τμήμα του εντέρου πάσχει (ορθίτις ή πρωκτίτις) γενικά συμπτώματα δεν υπάρχουν.
Η νόσος του Crohn στην αρχική της φάση μπορεί να εμφανιστεί με λίγα συμπτώματα και σε περιπτώσεις όπου δεν πάσχει το παχύ έντερο ή το τελικό τμήμα του λεπτού (ειλεός) μπορεί να μην έχει ούτε διάρροια. Σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζεται με άτυπο κοιλιακό πόνο που υποδύεται σκωληκοειδίτιδα.
Χρόνια φλεγμονώδης μορφή
Αποτελεί την πλέον συχνή κλινική εμφάνιση της νόσου και επικρατεί κυρίως στους ασθενείς με ειλεϊτιδα ή ειλεοκολίτιδα. Οι ασθενείς συνήθως αναφέρουν χαμηλό πυρετό, κακουχία, απώλεια βάρους και αδυναμία. Παραπονούνται επίσης συνήθως για διάρροια με ή χωρίς πόνο στην κοιλιά.
Σε περιπτώσεις όπου μικρό τμήμα του εντέρου πάσχει (ορθίτις ή πρωκτίτις) γενικά συμπτώματα δεν υπάρχουν.
Η νόσος του Crohn στην αρχική της φάση μπορεί να εμφανιστεί με λίγα συμπτώματα και σε περιπτώσεις όπου δεν πάσχει το παχύ έντερο ή το τελικό τμήμα του λεπτού (ειλεός) μπορεί να μην έχει ούτε διάρροια. Σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζεται με άτυπο κοιλιακό πόνο που υποδύεται σκωληκοειδίτιδα.

Ass Prof Dr med Νίκος Μακρίδης  MD,PhD
Ειδικός Παιδίατρος
Διδάκτωρ πανεπιστημίου Βιέννης-Αυστρίας
Επίκουρος Καθηγητής Παιδιατρικής,Παιδιατρικής αιματολογίας,Παιδιατρικής ογκολογίας St. George’s University of London Medical School, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
http://drmakrides.blogspot.com.cy
drmakrides@cablenet.com.cy